Ένας διεστραμμένος μεθύστακας και κίναιδος με προτίμηση στα αγοράκια ήταν ο Μωάμεθ Β’ που άλωσε την Βασιλεύουσα


Ο σουλτάνος των Οθωμανών, Μουράτ Β’, τον Φεβρουάριο του 1451 πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο. Τον διαδέχτηκε ο γιος του, Μωάμεθ Β’. Ήταν μόλις 19 ετών και μέχρι τότε δεν είχε δείξει ιδιαίτερες ικανότητες.

«Ήταν εξαιρετικά μορφωμένος, αλλά είχε διαποτιστεί από τη μυστικοπάθεια και την κτηνωδία που χρειαζόταν κάθε Οθωμανός ηγεμόνας προκειμένου να επιβιώσει. Τα πορτρέτα του Μωάμεθ δείχνουν ένα αποφασιστικό πρόσωπο όπου κυριαρχούν τα διαπεραστικά σκούρα μάτια και μία μεγάλη γαμψή μύτη… Του άρεσε το ποτό και ήταν παθιασμένος αμφιφυλόφιλος» (John C. Carr, «Οι Πολεμιστές Αυτοκράτορες του Βυζαντίου»). Κατά τον Steven Runciman, η εικόνα του θυμίζει «παπαγάλο που είναι έτοιμος να φάει ώριμα κεράσια».

Ο Μωάμεθ είχε στόχο την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Έπρεπε όμως να εδραιωθεί στο θρόνο του, καθώς μερικές ανατολικές επαρχίες του οθωμανικού κράτους είχαν αρχίσει να δείχνουν αυτονομιστικές τάσεις, ενώ καιροφυλοακτούσε και ο διεκδικητής του θρόνου, Καραμάνογλου.

Στα τέλη του 1444 με αρχές του 1445, ο Μωάμεθ Β’ είχε ανέβει πάλι στο θρόνο των Οθωμανών, σε ηλικία μόλις 13 ετών (!), καθώς ο πατέρας του παραιτήθηκε, άγνωστο γιατί. Από τότε σχεδίαζε την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. Το 1446, όμως, ήρθε σε σύγκρουση με τον μεγάλο βεζίρη Χαλίλ, ο οποίος οργάνωσε πραξικόπημα και επανέφερε τον Μουράτ Β’ στο θρόνο. Το γεγονός αυτό δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό.
To 1451, o Mωάμεθ Β’, μεγαλύτερος και σοφότερος, έδειξε αρχικά κάποια υποχωρητικότητα απέναντι στα χριστιανικά έθνη. Έτσι, την άνοιξη του 1451, Σέρβοι, Βλάχοι, Γενουάτες, Ραγουζαίοι (Ραγούζα : το σημερινό Ντουμπρόβνικ της Κροατίας), Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου και άλλοι, έστειλαν πρεσβείες για να τον συλλυπηθούν για το θάνατο του πατέρα του και την άνοδό του στο θρόνο. Όλοι τους έγιναν ευμενώς δεκτοί και επέστρεψαν στις πατρίδες του νομίζοντας πως θα επικρατήσει ειρήνη.


Άλλα και στους Βυζαντινούς, ο Μωάμεθ φέρθηκε άψογα. Ανανέωσε τη συνθήκη που είχε υπογράψει ο πατέρας του, τους επέστρεψε την Ηράκλεια και τους παραχώρησε τα έσοδα μιας περιοχής κοντά στον Στρυμόνα (τα οποία ήταν γύρω στα 300.000 άσπρα, ασημένια νομίσματα δηλαδή), και θα χρησίμευαν για τις δαπάνες του Ορχάν (Orchan), ο οποίος ήταν μέλος της οθωμανικής δυναστείας και αποτελούσε κίνδυνο για τον Μωάμεθ, καθώς θα μπορούσε να διεκδικήσει το θρόνο με τη βοήθεια των Βυζαντινών.

Από τους Βυζαντινούς, μόνο ο αξιωματούχος του παλατιού και ιστοριογράφος, Γεώργιος Φραντζής, θεωρούσε επικίνδυνο τον Μωάμεθ, καθώς είχε μάθει ότι ήταν φιλόδοξος και αποφασιστικός και, λόγω της ηλικίας του, ορμητικός και ανυποχώρητος.

Ο Μωάμεθ ξεκίνησε τον πόλεμο εναντίον του Καραμάνογλου με επιτυχία. Οι Βυζαντινοί θεώρησαν ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να ζητήσουν διπλάσιο χρηματικό ποσό για τον Ορχάν. Παράλληλα, άρχισε νυχθημερόν να καταστρώνει σχέδια για την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Αποφάσισε λοιπόν να οικοδομήσει τείχος στον Βόσπορο. Έτσι, στα τέλη του 1451, άρχισε να συγκεντρώνει χτίστες και άλλους έμπειρους τεχνίτες από όλο το κράτος του. Ο Κωνσταντίνος διαμαρτυρήθηκε μάταια γι’ αυτήν την απόφαση. Τα νέα διαδόθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και στους κατοίκους της προκλήθηκε μεγάλη αναστάτωση.

Το τείχος άρχισε να χτίζεται το Μάρτιο του 1452 και ολοκληρώθηκε στα τέλη Αυγούστου του ίδου έτους. Σήμερα λέγεται Rumili – Hisar(κάστρο της Δύσης). Ο Μωάμεθ το είχε ονομάσει Bogaz – Kesen. Ο τόπος όπου χτίστηκε το φρούριο και όπου βρισκόταν ως τότε η εκκλησία του αρχάγγελουΜιχαήλ, ονομαζόταν παλιά Φονέας και Λαιομοκοπία, ο δε Μωάμεθ τον μετονόμασε σε Μπάσκεσεν (Κεφαλοκόπτης). Οι Βυζαντινοί πάντως το ονόμασαν Νεόκαστρο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΗΓΗ 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις