Μια πλούσια γυναίκα βοήθησε έναν άστεγο - Δείτε το μυστικό πίσω από αυτή την πράξη καλοσύνης





Η καλοσύνη είναι σαν μπούμερανγκ – επιστρέφει σε σένα. Μια ιστορία στην οποία μια πλούσια γυναίκα βοήθησε έναν άστεγο άντρα κάνει το γύρω του κόσμου. Αλλά δεν το έκανε μόνο επειδή ήταν καλός άνθρωπος. Υπάρχει συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο τον βοήθησε. Και αποτελεί μάθημα
για όλους μας.

Αυτή η ιστορία μπορεί να είναι φανταστική, αλλά η επίδραση που έχει στους αναγνώστες της είναι πραγματική. Απολαύστε την!

Μια πλούσια Γυναίκα βοήθησε έναν Άστεγο. Αλλά το Μυστικό πίσω από αυτή την πράξη Καλοσύνης… Ανεκτίμητο!

«Καλημέρα», είπε μια γυναίκα καθώς πλησίασε έναν άντρα που καθόταν σε ένα παγκάκι.

Ο άντρας την κοίταξε αργά αργά. Αυτή η γυναίκα προφανώς ήταν συνηθισμένη στην καλή ζωή. Το παλτό της ήταν καινούριο. Έμοιαζε να μην έχει χάσει ποτέ γεύμα.

Η πρώτη του σκέψη ήταν ότι ήθελε να τον κοροϊδέψει, όπως τόσοι άλλοι. «Άσε με μόνο μου», της είπε βλοσυρά. Προς έκπληξη του, η γυναίκα συνέχισε να στέκεται εκεί.

Χαμογελούσε… και τα λευκά της δόντια φαίνονταν ολόισια. «Πεινάς;» ρώτησε.

«Όχι» απάντησε εκείνος σαρκαστικά. «Μόλις γύρισα από το γεύμα μου με τον πρόεδρο. Τώρα φύγε.»

Το χαμόγελο της γυναίκας έγινε πιο πλατύ. Ξαφνικά, ο άντρας ένιωσε ένα απαλό χέρι στο μπράτσο του

«Τι κάνεις, κυρά μου;» ρώτησε νευριασμένος. «Σου είπα να με αφήσεις ήσυχο.»

Τότε εμφανίστηκε ένας αστυνομικός. «Υπάρχει πρόβλημα κυρία;» ρώτησε.

«Κανένα πρόβλημα, αστυνόμε», απάντησε η γυναίκα. «Προσπαθώ απλά να κάνω αυτόν τον άντρα να σταθεί στα πόδια του. Θα με βοηθήσετε;»

Ο αστυνόμος έξυσε το κεφάλι του. «Αυτός είναι ο γέρος Jack. Βρίσκεται εδώ 2 χρόνια περίπου. Τι τον θέλετε;»
«Βλέπετε αυτήν εκεί την καφετέρια;» ρώτησε εκείνη. «Θα του πάρω κάτι να φάει και θα τον πάρω από το κρύο για λίγο.»

«Είσαι τρελή, κυρά μου;» επέμεινε ο άστεγος. «Δε θέλω να πάω εκεί!» Τότε ένιωσε δυνατά χέρια να τον αρπάζουν και να τον σηκώνουν. «Άσε με, αστυνόμε. Δε θέλω τίποτα.»

«Αυτό είναι καλό για σένα, Jack», απάντησε ο αστυνομικός. «Μην το χαλάς.»

Τελικά, με λίγη δυσκολία, η γυναίκα και ο αστυνόμος τον πήγαν στην καφετέρια και τον έβαλαν να κάτσει σε ένα απομακρυσμένο τραπέζι. Είχε περάσει η ώρα του πρωινού κι έτσι δεν είχε πολύ κόσμο το μαγαζί.

Ο διευθυντής διέσχισε την καφετέρια και κάθισε στο τραπέζι του. «Τι συμβαίνει εδώ, αστυνόμε;» ρώτησε. «Τι είναι όλα αυτά; Έχει μπλεξίματα αυτός ο άντρας;»

«Αυτή η κυρία τον έφερε για να φάει», απάντησε ο αστυνόμος.

«Όχι εδώ μέσα!» απάντησε νευριασμένος ο διευθυντής. «Ένα τέτοιο άτομο εδώ μέσα είναι κακό για την επιχείρηση.»

Ο γέρο-Jack χαμογέλασε. «Βλέπεις, κυρά μου. Στο είπα. Τώρα άσε με να φύγω. Δεν ήθελα να έρθω εδώ απ’ την αρχή.»

Η γυναίκα στράφηκε στον διευθυντή και χαμογέλασε…

«Κύριε, γνωρίζετε τους Eddy & ΣΙΑ, την τραπεζική εταιρία στο τέλος του δρόμου;»

«Φυσικά», απάντησε ο διευθυντής ανυπόμονα. «Κάνουν τα εβδομαδιαία meeting τους σε μία από τις αίθουσες μας.»

«Και βγάζετε πολλά χρήματα από αυτά τα meeting;»

«Και τι σας νοιάζει εσάς αυτό;»

«Εγώ, κύριε, είμαι η Penelope Eddy, πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρίας.»

«Ω!»

Η γυναίκα χαμογέλασε ξανά. «Σκέφτηκα ότι αυτό μπορεί να κάνει τη διαφορά.» Κοίταξε τον αστυνομικό, ο οποίος έπνιγε ένα γελάκι. «Θα θέλατε να φάτε κάτι μαζί μας και να πιείτε έναν καφέ, αστυνόμε;»

«Όχι, ευχαριστώ, κυρία» απάντησε εκείνος. «Έχω υπηρεσία.»

«Τότε ίσως έναν καφέ στο χέρι;»

«Ναι, κυρία. Αυτό ακούγεται ωραίο.»

Ο διευθυντής της καφετέριας είπε, «Θα σας τον φέρω αμέσως, αστυνόμε.»

Ο αστυνόμος τον κοιτούσε καθώς απομακρυνόταν. «Τον βάλατε στη θέση του», είπε.

«Δεν ήταν αυτή η πρόθεση μου. Είτε το πιστεύετε, είτε όχι, έχω λόγο για όλο αυτό.»

Κάθισε στο τραπέζι απέναντι από τον έκπληκτο άστεγο. Τον κοίταξε έντονα… «Jack, με θυμάσαι;»

Ο γέρος Jack ερεύνησε το πρόσωπό της με τα γερασμένα του μάτια. «Νομίζω – δηλαδή, μου φαίνεσαι γνωστή.»

«Είμαι μάλλον λίγο πιο μεγάλη», είπε. «Μάλλον έχω παχύνει από τότε που ήμουν πιο νέα όταν δούλευες εδώ και περνούσα αυτή την πόρτα πεινασμένη.»

«Κυρία», είπε ο αστυνόμος με απορία. Δεν πίστευε ότι μια τόσο εντυπωσιακή γυναίκα ήταν κάποτε πεινασμένη.

«Είχα μόλις τελειώσει το κολέγιο» άρχισε να λέει η γυναίκα. «Είχα έρθει στην πόλη για να βρω δουλειά, αλλά δεν έβρισκα τίποτα. Τελικά, μου είχαν απομείνει ελάχιστα χρήματα, και με έδιωξαν από το διαμέρισμά μου.

Περπατούσα στους δρόμους για μέρες. Ήταν Φεβρουάριος, έκανε κρύο και πέθαινα της πείνας. Είδα αυτό το μέρος και μπήκα μέσα ελπίζοντας να πάρω κάτι να φάω.»

Το πρόσωπο του Jack φωτίστηκε με ένα χαμόγελο. «Τώρα θυμάμαι», είπε. «Ήμουν πίσω από τον πάγκο. Ήρθες προς το μέρος μου και με ρώτησες αν μπορούσες να δουλέψεις για να φας κάτι. Είπα ότι αυτό ήταν ενάντια στην πολιτική της εταιρίας.»

«Ξέρω», συνέχισε η γυναίκα. «Μετά μου έφτιαξες το μεγαλύτερο σάντουιτς που έχω δει, μου έδωσες μια κούπα καφέ και μου είπες να πάω σε ένα ακριανό τραπέζι για να τα απολαύσω. Φοβόμουν ότι θα μπλέξεις… Μετά, όταν σε κοίταξα είδα να βάζεις τα χρήματα για το φαγητό μου στο ταμείο, και ήξερα ότι όλα θα πάνε καλά.»

«Άνοιξες, λοιπόν, δικιά σου επιχείρηση;» ρώτησε ο Jack.

«Βρήκα δουλειά το ίδιο απόγευμα. Δούλεψα και έφτασα ψηλά. Τελικά ξεκίνησα τη δικιά μου επιχείρηση η οποία, με τη βοήθεια του Θεού, πήγε καλά». Άνοιξε την τσάντα της και έβγαλε μια κάρτα. «Όταν τελειώσεις από εδώ, θέλω να επισκεφτείς τον κύριο Lyons…

Είναι διευθυντής προσωπικού της εταιρίας μου. Θα του μιλήσω τώρα και σίγουρα θα βρει κάτι για σένα στο γραφείο.» Χαμογέλασε. «Νομίζω ότι μπορεί και να μπορέσει να σου δώσει και κάποια προκαταβολή, για να αγοράσεις μερικά ρούχα και να βρεις ένα μέρος να μείνεις, μέχρι να σταθείς στα πόδια σου… Αν ποτέ χρειαστείς κάτι, η πόρτα μου είναι πάντα ανοιχτή για σένα.»

Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του γέρου. «Πως θα μπορέσω ποτέ να σε ευχαριστήσω;» ρώτησε.

«Μην με ευχαριστείς», απάντησε η γυναίκα. «Η δόξα πάει στο Θεό. Ευχαρίστησε το Χριστό… Εκείνος με οδήγησε σε σένα.»

Έξω από την καφετέρια, ο αστυνόμος και η γυναίκα σταμάτησαν στην είσοδο πριν χωρίσουν οι δρόμοι τους…

«Σας ευχαριστώ για τη βοήθεια, αστυνόμε», είπε.

«Αντιθέτως, κυρία Eddy», απάντησε. «Εγώ σας ευχαριστώ. Σήμερα είδα ένα θαύμα, κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ. Και σας ευχαριστώ για τον καφέ.»

Αν και η Penelope Eddy είναι πραγματικό πρόσωπο, δεν είναι ξεκάθαρο αν συνέβη όντως ή όχι η ιστορία. Αλλά υπάρχει κάτι να μάθουμε από αυτή.

Ακόμα κι αν κάνετε κάτι μικρό για κάποιον κάποτε – κάτι που μπορεί να ξεχάστε αργότερα – μπορεί να φανεί σαν ευλογία για αυτόν και να μην το ξεχάσει ποτέ. Η καλοσύνη είναι μεταδοτική, γι’ αυτό βγείτε και μοιράστε την!





ΠΗΓΗ 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις