Το Χόλιγουντ και τα μεγάλα media διεξάγουν σταυροφορία για να θεωρήσει ο κόσμος «φυσιολογική» την παιδοφιλία
Ο Νόαμ Τσόμσκι αναφερόμενος κάποτε στα αμερικάνικαmainstream μέσα ενημέρωσης είπε ότι είναι η μεγαλύτερη και η πιο εξελιγμένη μηχανή προπαγάνδας στην
ανθρώπινη ιστορία.
Τα «μεγάλα» μέσα μαζικής ενημέρωσης, που ανήκουν σε μόλις έξι εταιρείες επιχειρούν να διαμορφώσουν τις αξίες και τις αντιλήψεις του δυτικού ανθρώπου.
Και τώρα αυτή η μηχανή προπαγάνδας και τα υποκατάστατά της προσπαθούν να κατασκευάσουν μια κοινωνία η οποία την επιθυμία για βιασμό ή εκμετάλλευση παιδιών – που κατ’ ευφημισμό ονομάζεται «παιδοφιλία» – θα την “ομαλοποιήσει”.
Ο λόγος που συμβαίνει αυτό, όπως θα δούμε παρακάτω, είναι ότι πολλοί από τους πιο ισχυρούς μεγιστάνες των μέσων ενημέρωσης και αστέρες του Hollywood είναι οι ίδιοι παιδεραστές.
Ο Corey Feldman και ο Elijah Wood έχουν καταθέσει δημοσίως ότι η βιομηχανία ειδήσεων και ψυχαγωγίας βιομηχανία είναι μολυσμένη με δίκτυα βιαστών παιδιών, παρομοιάζοντας την με μια κοινωνία με «γύπες» που εκμεταλλεύεται τους ευάλωτους.(Διάβασε άρθρα εδώ, εδώ κι εδώ)
Η προπαγάνδα λειτουργεί σταδιακά σε τρεις φάσεις.
Κατ ‘αρχάς, ο ίδιος ο όρος «παιδοφιλία» χρησιμοποιείται ως ευφημισμός, καθώς αντικειμενικά, είναι η επιθυμία βιασμού ή εκμετάλλευσης παιδιού. Όταν η λέξη επαναπροσδιορίζεται ως «έλξη προς τους ανηλίκους», έχουμε κακοποίηση της γλώσσας.
Δεύτερον, προκύπτει ένα παραπλανητικό συμπέρασμα από την παραδοχή ότι η παιδοφιλία είναι μια νευρολογική πάθηση που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να βλέπουμε με «συμπάθεια» τους άνδρες που θέλουν να βιάσουν ή να εκμεταλλευτούν παιδιά.
Υπάρχουν πολλά προβλήματα με αυτή τη συλλογιστική. Η αντίληψη ότι η επιθυμία για βιασμό ή εκμετάλλευση παιδιών είναι μια νευρολογική πάθηση, όπου το άτομο δεν έχει κανέναν έλεγχο, δεν υποστηρίζεται από κάποια έγκριτη επιστημονική έρευνα, αν και οι προπαγανδιστές χρησιμοποιούν χαλαρά ψευδο-επιστημονικές φράσεις όπως “οι μελέτες δείχνουν” κλπ. Επιπλέον, ακόμα και αν ήταν μια νευρολογική πάθηση (που δεν είναι), αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνδρες με την επιθυμία βιασμού ή εκμετάλλευσης παιδιών δεν θα πρέπει να κατηγορηθούν ηθικά, καθώς η πλημμελής αυτονομία σκέψης και βούλησης του ατόμου, δεν αποκλείει την αρνητική ηθική αξιολόγηση.
Αλλά το χειρότερο πρόβλημα είναι ότι η δημιουργία «συμπάθειας» προς τέτοιους άνδρες, επιβάλλει την σιωπή στα πραγματικά θύματα: τα παιδιά. Αν κάποιος έχει την επιθυμία να βιάσει ευάλωτα θύματα, αλλά από καθαρή τύχη, ή από τον φόβο της φυλακής, δεν το έχει αποφασίσει ακόμα, θα πρέπει να αισθάνεται βαθιά ντροπή και έτσι να αναζητήσει τρόπους για την διόρθωση της ηθικής δυσμορφίας του, αντί να βλέπει τον εαυτό του ως «θύμα» και να απαιτεί η κοινωνία να τον «καταλάβει» ή να τον «συμπαθήσει»).
Τρίτον, με τα λάθη στο συλλογισμό και την διφορούμενη γλώσσα, οι προπαγανδιστές επιχειρούν να περάσουν την ιδέα ότι η παιδοφιλία θα πρέπει να γίνει αποδεκτή. Αυτό γίνεται κυρίως έμμεσα μέσα από «συζητήσεις», που συγκρίνουν τους παιδόφιλους με άλλες «μειονότητες» ή κατηγορώντας όσους τους απορρίπτουν ως «μισαλλόδοξους».
Ένα τέτοιο παράδειγμα προπαγάνδας των μέσων ενημέρωσης, είναι άρθρο της εφημερίδας New York Times που έλεγε ότι η παιδοφιλία“δεν είναι ένα έγκλημα”.
Το άρθρο είναι γεμάτο με ψευδο-επιστημονικές, γλωσσικές ταχυδακτυλουργίες, και ισχυρισμούς χωρίς επιχείρημα. Για παράδειγμα, χαρακτηρίζει την παιδοφιλία ως «διαταραχή» με την οποία «αυτοί οι άνθρωποι [παιδόφιλοι] ζουν».
Οι άνθρωποι δηλαδή, που θέλουν να βιάσουν ή να εκμεταλλευτούν παιδιά, είναι θύματα «που ζουν σε μια κατάσταση που τους συνέβη», κάτι σαν να έπαθαν ένα κρύωμα! Δεν έχουν άλλη επιλογή. Φυσικά αυτό δεν είναι αλήθεια, αλλά και ακόμη και αν ήταν, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ηθικά κατακριτέοι.
Το άρθρο αυτό εισάγει έναν ισχυρισμό δόλωμα για «πρόσφατες μελέτες» που «δείχνουν» ότι η γνώμη του αρθρογράφου είναι σωστή. Καμία από αυτές τις «μελέτες» δεν αναφέρεται, και αντ’ αυτού οι αναγνώστες διαβάζουν τις ασαφείς ερμηνείες του συντάκτη και αξιώσεις ότι π.χ. «οι άνδρες με παιδοφιλία είναι τρεις φορές πιο πιθανό να είναι αριστερόχειρες, ένα εύρημα που υποδηλώνει σαφώς μια νευρολογική αιτία».
Η σιωπηρή ιδέα είναι ότι οι άνδρες που θέλουν να βιάσουν ή να εκμεταλλευτούν παιδιά πάσχουν από κατάθλιψη, όπως και οι άνθρωποι που διαγιγνώσκονται με καρκίνο, και συνεπώς δεν υπόκεινται σε ηθική αξιολόγηση και αισχύνη, αλλά θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με συμπόνια. Ο ισχυρισμός ότι η παιδοφιλία είναι μια κατάσταση που «συμβαίνει», επιθυμεί να αφαιρέσει το ηθικά αξιόμεμπτο. Μοιάζει με τον ισχυρισμό «ο διάβολος με έκανε να το κάνω».
Σε τι κόσμο ζούμε όταν μια εφημερίδα αφιερώνει περισσότερο χώρο για απολογητική ως προς τους παιδόφιλους παρά για να υπερασπιστεί τα ίδια τα παιδιά; Πόσο μπορούμε να αφήνουμε τους απολογητές των παιδόφιλων να αναπτύσσουν ασύδοτα τις θεωρίες τους; Μήπως θεωρηθούμε πάρα πολύ “φανατικοί”;
Είναι ενδιαφέρον, ότι ανακαλύφθηκε ότι ο Mark Thompson, ο οποίος είναι τώρα ο Διευθύνων Σύμβουλος των new york times, πιάστηκε να συγκαλύπτει μια υπόθεση που αφορά έναν βιαστή παιδιού, τον Άγγλο Jimmy Savile. Ο Savile δάγκωνε τα θύματά του και βίαζε πτώματα. 500 παιδιά έχουν πέσει θύματά του, ενώ οι μεγιστάνες και οι διασημότητες των media κάλυπτα τα εγκλήματά του.
Αναρωτιέται κανείς τι, ακριβώς, συμβαίνει σε αυτά τα μέσα ενημέρωσης.
Και φυσικά ο «πατέρας» των Fake News, το CNN, διαδίδει και εκείνο τις απόψεις που εκφράζουν έμμεσα “συμπάθεια” για τους βιαστές παιδιών. Ο στόχος δεν είναι τόσο να υπερασπιστούν την εκμετάλλευση των παιδιών – όχι ακόμη τουλάχιστον – αλλά να την κάνει σιγά σιγά στα μάτια του κόσμο να φαίνεται πιο «φυσιολογική».
Το Χόλιγουντ και τα μεγάλα media διεξάγουν σταυροφορία για να θεωρήσει ο κόσμος «φυσιολογική» την παιδοφιλία5Και το Salon προσπάθησε να εξομαλύνει την παιδοφιλία με άρθρα όπως “Είμαι ένας παιδόφιλος, όχι ένα τέρας”. Και μας αναφέρει έναν παχύσαρκο μεσήλικα άνδρα που περιγράφει το πώς συνάντησε και «ερωτεύτηκε» ένα 5χρονο παιδί.
Ο ίδιος λέει ότι ποτέ δεν έβαλε σε ενέργεια τις σκέψεις του για τα παιδιά. Και υποτίθεται ότι αυτός είναι ο λόγος που είναι ένας «ενάρετος παιδεραστής».
Σε δύο χωριστά άρθρα, το Salon ανέφερε την παιδοφιλία ως «εναλλακτική σεξουαλική προτίμηση» και προτείνει ότι η κοινωνία πρέπει να αγκαλιάσει αυτές τις «διαφορές».
ΠΗΓΗ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου