«Πρωινό Άστρο» αντί για προσευχή στα σχολεία

«Πρωινό Άστρο» αντί για προσευχή στα σχολεία


Αφορά την πρωινή προσευχή των παιδιών στα σχολεία και φέρει τίτλο: «Και αν τα παιδιά δεν κάνουν την προσευχή στο σχολείο;».
Η αρθρογράφος προπαγανδίζει την κατάργηση της προσευχής, καθώς
η «προοδευτική» νομενκλατούρα της χώρας ενοχλείται!
Αντί να επιλυθούν πρώτα τα τόσο προβλήματα στην Παιδεία, προτεραιότητα παίρνει η επίκληση του Τριαδικού Θεού, καθώς αυτό υπαγορεύουν οι «επιταγές» της παγκοσμιοποίησης.
Μέσα στο άρθρο γίνεται μάλιστα αναφορά σε περιστατικό αντικατάστασης της προσευχής με το ποίημα «Πρωινό Άστρο» του Γιάννη Ρίτσου. Είπατε κάτι; «Άστρο της Αυγής»; Ποιόν ονονάζουν άραγε έτσι;
Αναλυτικά το άρθρο:
«Πάνε σχεδόν δέκα χρόνια από τότε που στο σχολικό συγκρότημα της Γκράβας, ένα από τα πιο πολυπολιτισμικά σχολεία της Αθήνας, έγινε ένα ενδιαφέρον πείραμα.
Η διευθύντρια του 132ου Δημοτικού Σχολείου Αθηνών, Στέλλα Πρωτονοταρίου, αντικατέστησε την πρωινή προσευχή με το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου «Πρωινό Αστρο» προκειμένου να αποκτήσει νόημα η πρωινή τελετουργία για το σύνολο των μαθητών του σχολείου.
Η αλλαγή αυτή, αν και είχε θετική επίδραση στη σχολική κοινότητα, πολεμήθηκε από την Εκκλησία αλλά και το κράτος, με χαρακτηριστικότερη ίσως τη δήλωση του τότε υφυπουργού Παιδείας Αν. Λυκουρέντζου ότι καθήκον του είναι «να τηρούνται οι νόμοι της πολιτείας […] και να προστατεύεται η ελληνορθόδοξη παράδοση» και η διευθύντρια έφτασε να δικαστεί1.
Στη δεκαετία που μεσολάβησε έχουν αλλάξει πολλά: η Ελλάδα έχει βιώσει μια βαθιά κρίση και παρατεταμένη ύφεση, το σύνολο σχεδόν των σχολείων του κέντρου και των γειτονικών δήμων έχει αποκτήσει ήδη ή πρόκειται πολύ γρήγορα να αποκτήσει «πολυπολιτισμικό χαρακτήρα» και εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις και συζητήσεις για το Νέο Σχολείο έχουν βρεθεί στο κέντρο του δημόσιου διαλόγου.
Μόνον η θέση της Εκκλησίας και της θρησκείας στο σχολείο μοιάζει να μένει αμετακίνητη σε όλη αυτή τη ρευστότητα. Χαρακτηριστική ήταν η αναστάτωση που προκάλεσε σε ένα όχι ευκαταφρόνητο μέρος της κοινής γνώμης η δήλωση του υπουργού Παιδείας στη «Βουλή των Εφήβων» ότι η παράλειψη της προσευχής στο σχολείο δεν ισοδυναμεί με καταστροφή. Εχουμε λοιπόν ένα θρησκευτικό σχολείο και αν είναι έτσι, αυτό είναι που επιζητούμε;
Δεν θα μπω εδώ στη συζήτηση για τους ιστορικούς λόγους της παρουσίας της Εκκλησίας στο σχολείο, παρότι πρόκειται για εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία που άπτεται των ιδρυτικών μύθων του έθνους. Σκοπιμότερο ίσως είναι να δούμε τι συμβαίνει στο παρόν και συγκεκριμένα τι συμβαίνει στα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών. Εχει θέση η θρησκεία σε αυτά και με ποιον τρόπο;
Δεν υπάρχει ενιαίο καθεστώς όσον αφορά τη διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μπορούμε ωστόσο να διακρίνουμε τέσσερις μεγάλες ομαδοποιήσεις:
α) διδασκαλία των θρησκευτικών χωρίς κατήχηση [Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Σλοβενία, Ηνωμένο Βασίλειο (Σκοτία και Ουαλία)],
β) διδασκαλία η οποία έχει τον χαρακτήρα κατήχησης, αλλά είναι προαιρετική η επιλογή του μαθήματος (Βέλγιο, Ουγγαρία, Ιταλία Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Πολωνία, Πορτογαλία, Σλοβακία),
γ) διδασκαλία που περιλαμβάνει κατήχηση όπου το μάθημα είναι υποχρεωτικό, οι μαθητές έχουν όμως το δικαίωμα να ζητήσουν εξαίρεση (Αυστρία, Βουλγαρία, Κύπρος, Γερμανία, Ελλάδα, Μάλτα, Αγγλία, Βόρεια Ιρλανδία, Ιρλανδία) και
δ) ενσωμάτωση ενός βασικού κανόνα θρησκευτικής γνώσης σε άλλα μαθήματα, όπως λογοτεχνία, ιστορία κ.λπ. (Γαλλία). Αν η Γαλλία αποτελεί τη μοναδική περίπτωση όπου η κοσμική εκπαίδευση εφαρμόζεται παραδειγματικά σε ό,τι αφορά τη διδασκαλία της θρησκείας (η οποία ουσιαστικά διδάσκεται ως κομμάτι της Ιστορίας και του πολιτισμού), η τάση τόσο στην Ευρώπη όσο και παγκόσμια κινείται προς παρόμοια κατεύθυνση, προς τη διδασκαλία των θρησκευτικών χωρίς κατήχηση.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι το μάθημα θα κινείται περισσότερο προς μια εξοικείωση των μαθητών με τις θρησκείες του κόσμου, και κυρίως αυτές που διαδραματίζουν ή διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στον τόπο τους, παρά ως ώρα κατήχησης στην επίσημη θρησκεία του κράτους (ή στη θρησκεία της πλειονότητας).
Σημαίνει επίσης ότι σε ένα τέτοιο σχολείο δεν θα είχαν θέση υποχρεωτικές θρησκευτικές πρακτικές, όπως οι προσευχές ή οι εκκλησιασμοί, και τα θρησκευτικά σύμβολα.
Η Ελλάδα στη διεθνή βιβλιογραφία χαρακτηρίζεται ως ακραίο παράδειγμα εκκλησιαστικής κατήχησης μέσω της σχολικής εκπαίδευσης2. Η πρωινή προσευχή θεωρείται υποχρεωτική και κατά τους εκκλησιασμούς που συμβαίνουν σε ώρα σχολείου παίρνονται (ή τουλάχιστον το σχολείο ενημερώνει εκ των προτέρων τους μαθητές ότι θα παρθούν) παρουσίες.
Παρόμοια είναι η κατάσταση στην Αγγλία, εκεί ωστόσο έχει ανοίξει η συζήτηση για κατάργηση της διδασκαλίας των θρησκευτικών ως κατήχησης, επειδή θεωρείται ένα μέσο που συμβάλλει στην πειθάρχηση των μαθητών.
Αυτός άλλωστε ήταν και ο στόχος της εισαγωγής της θρησκείας στην υποχρεωτική εκπαίδευση εξ αρχής, αφού αποτέλεσε ένα μέσο ομογενοποίησης μαθητών που ενδεχομένως οι οικογένειές τους ανήκαν σε διαφορετικά δόγματα. Τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία της Ευρώπης συμπλήρωναν ύμνοι και προσευχές, ενώ εικόνες και οι δέκα εντολές κοσμούσαν τους τοίχους των σχολείων.
Το επιχείρημα της πειθάρχησης είναι ίσως και αυτό που θα δώσει το κλειδί για το τι χρειάζεται να γίνει. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, η κατεύθυνση είναι τελείως διαφορετική.
 Η προσευχή στο σχολείο απαγορεύεται και την έχει αντικαταστήσει εδώ και δεκαετίες ο όρκος πίστης στη σημαία, μια τελετουργία που επίσης έχει ομογενοποιητικό χαρακτήρα, αλλά με την έννοια ότι συμβάλλει στη διαμόρφωση πολιτών που νιώθουν ενταγμένοι στην κοινότητα, ακόμη και αν προέρχονται από οικογένειες μεταναστών.
Αν αυτό που επιθυμούμε είναι η διαμόρφωση δημοκρατικών πολιτών, ανοιχτών στην πολυμορφία της σύγχρονης κοινωνίας και αρκετά δυνατών ώστε να μπορέσουν να σταθούν απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις, πρακτικές που τους πειθαρχούν ώστε να γίνουν ομοιόμορφοι προφανώς και δεν έχουν θέση.
Το σχολείο θα πρέπει να γίνει τόπος όπου όχι μόνο γίνεται ανεκτή, αλλά γιορτάζεται η διαφορετικότητα, όπου οι μελλοντικοί πολίτες βρίσκουν τρόπους να κάνουν την ποικιλία να ανθήσει.
Άλλωστε, η πίστη είναι προσωπική υπόθεση και ως τέτοια δεν χωρά σε εξαναγκασμούς. Η πρώτη που θα έπρεπε να είχε αντιδράσει στην υποχρεωτική επιβολή της (και στη συνεπακόλουθη απομείωση της ιερότητας της στιγμής που αναπότρεπτα επιφέρει ο εξαναγκασμός των εφήβων) είναι η Εκκλησία.






ΠΗΓΗ 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις