Ελληνάρες, ζουν ανάμεσά μας...!!!



Της πατρίδος μου η σημαία έχει χρώμα... ό,τι να ’ναι! Μια ματιά να ρίξεις γύρω σου, και καταλαβαίνεις γιατί δεν υπάρχει σωτηρία: είμαστε περικυκλωμένοι.
Της πατρίδος μου η σημαία έχει χρώμα… ό,τι να ’ναι! Μια ματιά να ρίξεις γύρω σου, και καταλαβαίνεις γιατί δεν υπάρχει σωτηρία: είμαστε περικυκλωμένοι.
ΑΔΟΛΦΟΣ ΠΥΘΑΓΟΡΟΓΛΟΥ: Όπως η Μαντάμ Σουσού νόμιζε πως ζει ακόμα στην παλατάρα του Κολωνακίου, όπως ο διάσημος ηθοποιός που παρακμάζει και νοσταλγεί τα περασμένα μεγαλεία ψάχνοντας ρόλους με τον μεγεθυντικό φακό, έτσι και ο Αδόλφος Πυθαγόρογλου αρνείται
να αποδεχτεί πως δεν ζει στην Αρχαία Ελλάδα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, αλλά στη σύγχρονη Ελλάδα της Πάολας και του Παντελίδη. Αρνείται να αποδεχτεί πως κανείς Ευρωπαίος δεν θα σκύψει να του φιλήσει το χέρι, επειδή πριν 2.500 χρόνια στο ίδιο μέρος διέπρεψε ένας πολιτισμός ανθρώπων τόσο μακρινός ιδιοσυγκρασιακά από τον σημερινό, όσο των Χόμπιτς από των Ορκς.
Αρνείται να αποδεχτεί πως το DNA του έχει πάρει παρτούζα τα μισά Βαλκάνια μαζί με την Τουρκία, πως μοιάζει με τον Μέγα Αλέξανδρο μόνο στα νύχια και πως, αν ρίξεις στο μίξερ βλαχιά, ορθοδοξία, βυζάντιο, αρχαιοελληνισμό, μεταφυσική και νεοναζισμό, αυτή η αηδία δεν καταπίνεται ούτε από παλαβό ιεροκήρυκα στο Ουισκόνσιν. Μανούλα στην παραποίηση της ιστορίας και στη μυθοπλασία, ο Αδόλφος αναμασά θεωρίες που θέλουν τους αρχαίους Έλληνες ντούρα αρσενικά με 30 εκατοστά μαλαπέρδες, να κατασκευάζουν υπολογιστές, ρομπότ, ουρανοξύστες και να παίζουν τάβλι με εξωγήινους στο Περού (που κάποτε μας ανήκε). Νομίζει πως οι σύγχρονοι πόλεμοι διεξάγονται με μπουνιές απαιτώντας την ανάκτηση της Πόλης, τη βρίσκει με Πλεύρη, Λιακόπουλο και Παΐσιο, θεωρεί υπαίτιους της κρίσης τους μετανάστες (που κρύβονται πίσω από όλα τα μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα, φυσικά), ενώ μεταφράζει τον βήχα του σε σύμπτωμα ψεκασμού από τους Σιωνιστές, τους Μασόνους και τους Ιλουμινάτι. Αγαπημένες φράσεις: «Όταν εμείς φτιάχναμε τον Παρθενώνα, οι άλλοι τρώγανε μπανάνες», «Όταν οι άλλοι ανακάλυπταν το κρέας, εμείς είχαμε ήδη χοληστερίνη», «Η ελληνική γλώσσα έχει 800 τρισεκατομμύρια λέξεις».
GetAttachment
ΕΑΥΤΟΚΡΑΤΩΡ: Υπάρχει μια ωραία κωμική σκηνή στο «Scary Movie», όπου οι θεατές ενός κινηματογράφου δέρνουν και μαχαιρώνουν ανηλεώς μια ενοχλητική τύπισσα που μιλάει στο τηλέφωνο και δεν τους αφήνει να παρακολουθήσουν την ταινία. Βασιλεύς των Ελλήνων ελέω Θεού, ο Εαυτοκράτωρ πάσχει από την ίδια παθολογική απάθεια απέναντι τους συμπολίτες του, τους νόμους, το περιβάλλον, το ίδιο το σύμπαν. Πεπεισμένος πως η Γη δεν περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της, αλλά γύρω από τον εαυτό του, φροντίζει να μας υπενθυμίζει καθημερινά τις πεποιθήσεις του, ασελγώντας με βία πάνω στην κοινωνική και οικολογική μας συνείδηση. Με λάβαρο το «εγώ», την «πουστιά» και την «αναισθησία» ο Εαυτοκράτωρ θα αδιαφορήσει για την ύπαρξή σου και για την έννοια της κοινωνικής συμβίωσης.
Θα σου κλέψει τη θέση στην ουρά επειδή θέλει να κάνει «απλά μια ερώτηση», θα διπλοπαρκάρει, θα παρκάρει σε θέση ΑΜΕΑ ή πάνω στη διάβαση, θα αδειάσει το τασάκι από το παράθυρο του αυτοκινήτου, θα μετατρέψει τις παραλίες σε σκουπιδότοπους, θα σε σπρώξει στο λεωφορείο για να ανέβει πρώτος, θα προσπεράσει από δεξιά, θα προσπεράσει σε στροφή, θα καπνίσει στα μούτρα σου την ώρα που τρως και ό,τι άλλο χαρακτηρίζει ένα απολίτιστο γίδι που λυμαίνει την ατμόσφαιρα με την αναπνοή του. Υπό την ανέχεια ενός τριτοκοσμικού κράτους, ο Εαυτοκράτωρ θα προσαρμόσει όλους τους νόμους στα «έτσι θέλω» του και θα αρνηθεί να υποκύψει σε οποιονδήποτε κανόνα αντίκειται στους δικούς του κανόνες, γιατί έτσι νιώθει «πιο ελεύθερος», «πιο μάγκας», «πιο έξυπνος» και συμβάλλει όσο μπορεί στην κακή εικόνα των Ελλήνων και των ελληνικών πόλεων. Αγαπημένες του φράσεις: «Επειδή έτσι γουστάρω», «Δεν θα μου πεις εσύ», «Σε ρώτησε κανείς;», «Κοίτα τη δουλειά σου», «Δεν σου πέφτει λόγος», «Κορόιδο είμαι;».
ΜΙΣΤΕΡ ΦΟΞ: «Υπάρχουν δύο ειδών άνθρωποι: οι καλοί και οι κακοί», έγραφε ο Γούντι Άλεν. «Οι καλοί κοιμούνται καλύτερα, αλλά οι κακοί φαίνεται να περνούν καλύτερα ξύπνιοι». Ο Μίστερ Φοξ ανήκει σε μια τρίτη κατηγορία: των κακών που κοιμούνται σαν πουλάκια, μιας και η απουσία κράτους, ελέγχου και ευνομίας, όπως και ο άγραφος κανόνας του «κάνε ό,τι κάνει ο γείτονας», του εξασφαλίζει το άσυλο για να επιδίδεται στις κομπίνες του χωρίς τον φόβο της τσιμπίδας του νόμου. Λάτρης του χρήματος, θιασώτης του εύκολου πλουτισμού και με ροπή στη λαμογιά και την απάτη, ο Μίστερ Φοξ ξέρει να ελίσσεται στα κοτέτσια της Ψωροκώσταινας σαν αλεπού. Να χτίζει αυθαίρετα, να παραβιάζει τον αιγιαλό, να πλαστογραφεί έγγραφα, να εξυπηρετεί ημετέρους, να εξασφαλίζει αγύριστα δάνεια.
Να απαλλοτριώνει κρατικό χρήμα, να φοροδιαφεύγει, να λαδώνει, να λαδώνεται, να μασουλάει ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, να σβήνει κλήσεις και να χώνει εαυτόν και συγγενείς σε θέσεις δόξας, χρήματος και κοινωνικής αναγνώρισης. Εξ απαλών ονύχων θα χωθεί σε 15μελή σχολικά συμβούλια βάζοντας χέρι στα ταμεία της πενθήμερης ή των λυκειακών χορών, θα πάρει πτυχίο Τραμπουκικής από κάποια μεγάλη φοιτητική παράταξη και θα διαπρέψει σε αυτό που ξέρει καλύτερα: να κοιτάζει την πάρτη του εις βάρος των άλλων. Ο Μίστερ Φοξ διατηρεί σχέσεις μίσους – αγάπης με τους επίδοξους μιμητές του, που, στερούμενοι εξουσιών και δημοσίων σχέσεων, αρκούνται στο να φοροδιαφεύγουν, να παίρνουν ψεύτικες αναπηρικές συντάξεις ή να συστήσουν ΜΚΟ με ονόματα όπως «Δράση Πολιτών για το δίκιο της Ντενέρις Ταργκέριαν», «Εταιρεία Μελέτης Ελεονώρας», «Συσκευασίες μανιταριών στα στρουμφοχωριά του Μεξικό». Αγαπημένη φράση: «Ξέρεις ποιος είμαι γω, ρε;», «Με τη βοήθεια του Θεού και της Παναγίας», «Πάνω απ’ όλα ο άνθρωπος».
ZORBA THE DICK: Αν ο Zorba the Greek ήταν λεβέντης, ντόμπρος, ασυμβίβαστος και παθιασμένος με τη ζωή, ο Zorba The Dick προσδιορίζει τη λεβεντιά μέσα από την έπαρση, τη ματαιοδοξία, τον σεξισμό, τον σταρχιδισμό και τις παλικαρίσιες ζεμπεκιές, σαν εκείνες του πνευματικού του ταγού Ανδρέα. Ελληνάρας με τα όλα του, ο Dick θα σου μάθει πώς να ρίχνεις τουριστριούλες στον φραπέ, θα σου διηγηθεί περιστατικά με ξυλίκια στις κερκίδες και θα σου προσφέρει tips για να κλέβεις εύκολα το κράτος. Πιστός στις χριστιανικές αξίες, προσεύχεται τακτικά στην Αγία Τριάδα («φαΐ, παντόφλες, τηλεκοντρόλ»), μπινελικώνει τακτικότερα Χριστούς και Παναγίες και εκκλησιάζεται πού και πού για να εξασφαλίσει και μια θέση στον Παράδεισο.
Αγαπημένες του ασχολίες, να καπνίζει σαν φουγάρο, να κορνάρει στις γυναίκες οδηγούς για να τις αγχώσει, να επιταχύνει όταν βλέπει πεζό να διασχίζει τον δρόμο και να μαθαίνει στα Αγγλάκια να λένε τη λέξη «μαλάκας». Ο Dick νιώθει βαθιά υπερήφανος που ο γιος του «μαμάει (συμμαθήτριες) και δέρνει (συμμαθητές)», ανεξαρτήτως αν είναι κούτσουρο, που η κόρη του είναι παρθένα στα 22 και που η γυναίκα του τον λατρεύει ακόμα και όταν τη σαπίζει στο ξύλο, γιατί «έτσι είναι ο Έλληνας». Έχει πάντα δίκιο, άποψη για όλα, ψηφίζει φωνακλάδες πολιτικούς, γιατί «τα λένε ωραία», σνομπάρει τους «σπουδαγμένους», τους «κουλτουριάρηδες» και τους «κουνιστούς» και σκέφτεται να ψηφίσει Χρυσή Αυγή για να ξεβρομίσει ο τόπος και να έρθουν στην εξουσία καθαροί άνθρωποι σαν αυτόν. Αγαπημένες φράσεις: «Και αύριο μέρα είναι», «Τι σε νοιάζει εσένα;», «Μια ζωή την έχουμε», «Δεν χαμπαριάζω», «Η ομάδα να κερδίζει», «Κόψε έναν μαλάκα».
ΔΟΚΤΩΡ ΓΡΑΙΚΥΛ & ΜΙΣΤΕΡ ΚΛΑΙΝ: Ο Δρ. Γραίκυλ & Μίστερ Κλάιν έχει την ικανότητα να αλλάζει προσωπεία και να μεταμορφώνεται όποτε το απαιτούν οι περιστάσεις, αποδεικνύοντας πως διαθέτει δεινό υποκριτικό ταλέντο και πανηλίθιο κοινό που δεν αντιλαμβάνεται τον πραγματικό του ρόλο. Πρόκειται για τον κλασικό Νεοελληνάρα που παριστάνει τον αγανακτισμένο με τα μνημόνια («να τα βάλουν εκεί που ξέρουν οι αλήτες!») και ψηφίζει Σαμαρά ή που κλαψουρίζει για τις αφραγκίες του ενώ οι τράπεζες του στρώνουν κόκκινα χαλιά. Είναι ο τύπος που λοιδορεί τους δημόσιους υπαλλήλους, ενώ θα θυσίαζε τη μάνα του στον Βελζεβούλ για να μπει στο δημόσιο, που αφηνιάζει με τη νοοτροπία των βυσμάτων και κινεί ουρανό και γη για να τα ξύνει ο γιος του στην αεροπορία.
Ο τύπος που αποκαλεί πρόβατα τον λαό, επειδή δεν ξεσηκώνονται, ενώ δεν έχει κατέβει ποτέ του σε πορεία, που μιλάει για το τέλμα του καπιταλισμού με το iPhone στην τσέπη και για οικολογία με το αμάξι των 1500cc στο γκαράζ. Ο τύπος που συγκινείται με τους άστεγους, τους επαίτες, τους άπορους και δεν βάζει το χέρι στην τσέπη να τους προσφέρει ούτε μισό ευρώ. Ο τύπος που ωρύεται για τις σπατάλες της Eurovision («αυτά μας μάραναν!») και, αν κατακτήσουμε την πρώτη θέση, θα πανηγυρίσει ανεμίζοντας ελληνικές σημαίες. Ο τύπος που δακρύζει για την πληγωμένη του εθνική περηφάνια και με την πρώτη κινδυνολογία των ΜΜΕ θα στείλει τα λεφτά του σε τράπεζες του εξωτερικού. Ο τύπος που σιχαίνεται την αδικία μονάχα όταν ο αδικημένος είναι αυτός, που μισεί την κλεψιά μονάχα όταν ο κλέφτης δεν είναι αυτός και που απεχθάνεται την υποκρισία μονάχα όταν λειτουργεί εις βάρος του.
ΧΡΥΣΗΙΔΑ ΑΠΟΔΗΜΟΥΛΙΔΟΥ: Μπορεί να κράζει τους κύπριους φοιτητές στην Ελλάδα που πηγαίνουν σαν τους Χιώτες, που συχνάζουν σε κυπριακά στέκια και τη βγάζουν με λούτζα, χούμους, σεφταλιά και χαλούμι. Μόλις έρθει η σειρά της να σπουδάσει στο εξωτερικό, η Χρυσηίδα πέφτει σε μία βαριάς μορφής «εθνοσταλγία» με σοβαρά συμπτώματα ηλιθιότητας. Με μότο το «Greeks do it better» ξεκινάει ένα παραλήρημα για το ελληνικό φιλότιμο, τον ήλιο, τη θάλασσα, το φραπέ, τη διασκέδαση, τη φέτα, τον γύρο, το σουβλάκι, την μπουγάτσα, το τζατζίκι, τον μπακλαβά. Όλα της μυρίζουν, όλα της βρομάνε, σνομπάρει τον ξένο πολιτισμό, τα ήθη, τη νοοτροπία, τους ανθρώπους.
Αναζητά πατριωτάκια για να ανταλλάξει μια σωστή κουβέντα, greek taverns για «ένα πιάτο σωστό φαΐ!» και μπουζουξίδικα για να διασκεδάσει αυθεντικά σαν Ελληνίδα, κοινώς να λικνιστεί σαν μαϊμού πάνω στα τραπέζια και να σπάσει πιάτα σαν υστερική νοικοκυρά. Και τι να της κλάσουν οι ξενέρωτοι και κρυόκωλοι ξένοι: με κάτι δρόμους απαράδεκτα τέλειους, ούτε λακκούβες, ούτε κυκλοφοριακά κομφούζιο, ούτε μία εκκλησία ανά οικοδομικό τετράγωνο, με τεράστιους ποδηλατόδρομους, με πόλεις γεμάτες πάρκα σε περιοχές που θα μπορούσαν άνετα να σηκωθούν 5-6 οικοδομές, με πολίτες που δεν καμαρώνουν σαν γύφτικα σκεπάρνια για τα ελαττώματά τους. Έπειτα από τέσσερα χρόνια σπουδών η Χρυσηίδα επιστρέφει έχοντας γεμάτες τις βαλίτσες της με εμπειρίες που θα μπορούσε να αποκτήσει κάλλιστα αν σπούδαζε στην Πάτρα, στη Λάρισα ή το Μεσολόγγι. Ανοίγει την εφημερίδα να ψάξει για δουλειά, την πιάνει ψυχοπλάκωμα και επιστρέφει στο εξωτερικό για ένα δεύτερο gyro με μπόλικο κρεμμύδι.


ΠΗΓΗ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις