Τα «σκοτεινά» προγράμματα της CIA για τον έλεγχο του νού
Το Φορτ Ντέτρικ, 70 χιλιόμετρα από την Ουάσινγκτον, είναι σήμερα το κορυφαίο εργαστήριο στις ΗΠΑ για την έρευνα πάσης φύσεως ιών.
Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, όμως, ήταν
το κέντρο των πιο σκοτεινών πειραμάτων της CIA, με επικεφαλής έναν άνθρωπο που πίστευε ότι το LSD ήταν το απόλυτο μέσο για να επιτευχθεί ο έλεγχος του ανθρώπινου μυαλού.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, ο Γουάιτι Μπάλτζερ -ο οποίος στο μέλλον θα γινόταν ένας από τους πλέον περιβόητους αρχηγούς της μαφίας– συνελήφθη για ένοπλη ληστεία και φυλακίστηκε στις ομοσπονδιακές φυλακές της Ατλάντα. Ήταν 25 ετών και προσφέρθηκε να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα το οποίο, όπως του είπαν, είχε ως σκοπό να βρεθεί η θεραπεία για τη σχιζοφρένεια.
Στην πραγματικότητα το πρόγραμμα αποσκοπούσε σε κάτι πολύ διαφορετικό: Να προσδιορίσει πόσο LSD θα μπορούσε να αντέξει το ανθρώπινο μυαλό πριν «σπάσει». Ο Μπάλτζερ πήρε τεράστες δόσεις του ναρκωτικού, κάθε μέρα για 15 μήνες, χωρίς κανείς να του πει τι ήταν.
Αργότερα έγραψε για την εμπειρία του:
«Παραισθήσεις. Ώρες παράνοιας και βιαιότητας. Περάσαμε τρομακτικές περιόδους με ζωντανούς εφιάλτες και βλέπαμε αίμα να τρέχει από τους τοίχους. Έβλεπα ανθρώπους να γίνονται σκελετοί μπροστά στα μάτια μου. Είδα μια κάμερα να μετατρέπεται στο κεφάλι ενός σκύλου. Ένιωθα ότι τρελαινόμουν».
Ο Μπάλτζερ ζήτησε να απαλλαγεί από το πρόγραμμα αλλά δεν του το επέτρεψαν. Του είπαν ότι ήταν κοντά στο να βρουν τη θεραπεία. Αργότερα, ο Μπάλτζερ καταδικάστηκε για 11 δολοφονίες και πιθανώς κάποιος θα σκεφτεί ότι δεν πειράζει και πολύ που χρησιμοποιήθηκε στα πειράματα ενός τρελού αξιωματούχου της CIA. Δεν ήταν ο μόνος, όμως. Τα ίδια πειράματα έγιναν και πάνω σε εκατοντάδες ανύποπτους και αθώους πολίτες.
«Ο αρχι-δηλητηριαστής: Ο Σίντνεϊ Γκότλιμπ και η αναζήτηση της CIA για τον έλεγχο του μυαλού» («Poisoner in Chief: Sidney Gottlieb and the CIA Search for Mind Control»), το βιβλίο του Στίβεν Κίντζερ, διηγείται την ιστορία του Γκότλιμο, ενός χημικού που ήταν εμμονικά παθιασμένος να βρει τρόπο να ελέγχει το ανθρώπινο μυαλό. Και στην εμμονή του αυτή, κατέστρεψε πολλά υγιή μυαλά.
Η αστική ανάπτυξη έχει καταπιεί πλέον τη στρατιωτική βάση του Φορντ Ντέτρικ, αλλά πριν από 76 χρόνια τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά και το σημείο επιλέχθηκε ακριβώς επειδή ήταν απομονωμένο. Αρχικά η βάση ήταν το κέντρο των ερευνών των ΗΠΑ για την ανάπτυξη χημικών και βιολογικών όπλων. Το 1942 οι μυστικές υπηρεσίες έμαθαν ότι η Ιαπωνία έκανε χρήση βιολογικών όπλων στην Κίνα και ο αμερικανικός στρατός αποφάσισε να φτιάξει τα δικά του αντίστοιχα όπλα. Μετά τον Πόλεμο, όμως, όλα αυτά δεν είχαν καμία σημασία. Η Αμερική είχε πυρηνικά όπλα και δεν χρειαζόταν πλέον βιολογικά.
Στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, όμως, τα πράγματα άλλαξαν και η νεο-συσταθείσα CIA βρήκε μια νέα χρήση για τη σχεδόν εγκαταλελειμμένη βάση. Υπήρξαν δύο αφορμές γι αυτό:
Το 1949, ο επικεφαλής της Καθολικής Εκκλησίας της Ουγγαρίας δικάστηκε για προδοσία. Στη δίκη, ο Καρδινάλιος εμφανίστηκε αποπροσανατολισμένος, μιλούσε μονότονα και παραδέχτηκε αμέσως εγκλήματα τα οποία προφανώς δεν είχε κάνει. Αυτό ήταν το ένα. Το άλλο ήταν ότι μετά το τέλος του πολέμου στην Κορέα, πολλοί Αμερικανοί αιχμάλωτοι υπέγραψαν δηλώσεις με τις οποίες ασκούσαν σφοδρή κριτική στις ΗΠΑ και σε κάποιες περιπτώσεις ομολογούσαν εγκλήματα πολέμου τα οποία υποτίθεται ότι είχαν διαπράξει.
Η CIA αποφάσισε ότι και στις δύο περιπτώσεις ο λόγος ήταν η πλύση εγκεφάλου. Μέσα στην γενικότερη παράνοια του Ψυχρού Πολέμου η CIA κατέληξε πολύ γρήγορα στο συμπέρασμα ότι οι Κομμουνιστές είχαν αναπτύξει κάποιο φάρμακο με το οποίο μπορούσαν να ελέγχουν το ανθρώπινο μυαλό.
Ο τότε επικεφαλής των μυστικών προγραμμάτων της CIA και αργότερα αρχηγός της, Άλαν Ντάλες, σκέφτηκε διάφορα ονόματα για το πρόγραμμα ελέγχου του μυαλού και μετά από διάφορες εκδοχές, κατέληξε στο MK-ULTRA. Το Ultra συμβόλιζε τη σπουδαιότητα του προγράμματος: Θα έκανε τη διαφορά ανάμεσα στην επιβίωση και τη συντριβή των ΗΠΑ.
Το 1951, ο Ντάλες προσέλαβε έναν χημικό για να επιβλέπει το πρόγραμμα. Ο Σίντνεϊ Γκότλιμπ ήταν ένας 33χρονος Εβραίος από οικογένεια μεταναστών, ο οποίος κούτσαινε και ψεύδιζε. Επίσης έκανε διαλογισμό, ζώντας σε μια απομονωμένη καλύβα, χωρίς τρεχούμενο νερό και ξυπνούσε από τα χαράματα για να αρμέξει τις κατσίκες του.
Ο Γκότλιμπ είχε γεννηθεί στο Μπρονξ, το 1918 και πήρε το διδακτορικό του στη βιοχημεία. Η εντολή που πήρε από τον Ντάλες ήταν να «βρει το φάρμακο για τον έλεγχο του μυαλού, χρησιμοποιώντας κάθε πιθανό μέσο». Μέχρι τότε οι μέθοδοι που είχαν δοκιμαστεί ήταν η ύπνωση και τα ηλεκτροσόκ, αλλά ο Γκότλιμπ είχε παθιαστεί εμμονικά με το LSD. Πίστευε ότι ήταν η απάντηση.
Δοκίμασε το ναρκωτικό και ο ίδιος και αφού αισθάνθηκε «σαν να είμαι μέσα σε μια διαφανή μεμβράνη από λουκάνικο, που καλύπτει όλο μου το σώμα», άρχισε να δίνει το φάρμακο σε εθελοντές. Πολύ σύντομα έπαψε να ενδιαφέρεται για το αν τα πειραματόζωά του ήταν πρόθυμα και συνέχισε τα πειράματα σε ανύποπτους ανθρώπους, ανάμεσά τους και υπάλληλοι της ίδιας της CIA.
Ο Κίντζερ γράφει: «Υπάλληλοι της CIA έπαιρναν το ναρκωτικό και μετά τους ζητούσαν να παραβιάσουν τους όρκους τους. Σε μια ψεύτικη ανάκριση, ένας αξιωματικός ορκίστηκε ότι δεν θα αποκάλυπτε ποτέ ένα μυστικό, λίγο αργότερα -υπό την επήρεια LSD- το αποκάλυψε και αμέσως μετά ξέχασε όλο το επεισόδιο. Ο Γκότλιμπ πίστεψε ότι το LSD ήταν το κλειδί για τον έλεγχο του μυαλού. Ήταν ο πρώτος οραματιστής των παραισθησιογόνων».
Ο Γκότλιμπ στραυολόγησε γιατρούς σε όλη τη χώρα για να κάνουν πειράματα σε ασθενείς με ψυχιατρικά προβλήματα. «Ένας από τους γιατρούς, ο Πολ Χοκ από τη Νέα Υόρκη, συμφώνησε να κάνει ενέσεις μεσκαλίνης σε κάποιον από τους ασθενείς του. Διάλεξε έναν 42χρονο επαγγελματία τενίστα, ο οποίος είχε παραπονεθεί για συμπτώματα κατάθλιψης μετά από το διαζύγιό του. Του έκαναν ενέσεις έξι φορές σε ένα μήνα. Ο τενίστας παραπονέθηκε για παραισθήσεις. Ο Χοκ επέμενε να συνεχιστεί η θεραπεία. Στις 8 Ιανουαρίου 1953, στις 9:53 το πρωί τού έκαναν μια ένεση με 14 φορές τη συνηθισμένη δόση. Στις 12:15 ήταν νεκρός».
Ο Γκότλιμπ, όμως, είχε το ελεύθερο από τον Ντάλες να κάνει ότι θέλει. Και κάπως έτσι «Το πρόγραμμα έγινε ένα από τα πιιο βίαια και ζημιογόνα για το κοινό προγράμματα που έχει σπονσοράρει ποτέ κάποια υπηρεσία της αμερικανικής κυβέρνησης», γράφει ο Κιντζερ.
Τα πράγματα όμως έγιναν ακόμα χειρότερα
Το 1953 ο Γκότλιμπ προσέλαβε τον Τζορτζ Χάντερ Γουάιτ, έναν «αστυνομικό της δίωξης που έκανε και ο ίδιος χρήση ναρκωτικών και ειχε πολλές διαστροφές, ενώ ήταν και προαγωγός σε διάφορες πόρνες που χρησιμοποιούσε και για τα δικά του βίτσια», γράφει ο Κίντζερ. Δουλειά του Γουάιτ ήταν να βρίσκει διάφορους εμπόρους και χρήστες στην «πιάτσα» και να κάνει επάνω τους πειράματα με LSD.
Ο Γουάιτ το πήγε ένα βήμα πιο πέρα: Έβαζε τις πόρνες που δούλευαν γι αυτόν, να κάνουν ενέσεις στους πελάτες τους πριν το σεξ ώστε ο Γκότλιμπ να μπορεί να μελετάει την επίδραση του LSD στη σεξουαλική δραστηριότητα. Παρόμοια πειράματα γίνονταν σε όλη τη χώρα και όταν ο Γκότλιμπ αποφάσισε να διαπιστώσει πόσο LSD αντέχει ο ανθρώπινος εγκέφαλος, στράφηκε σε γιατρούς φυλακών. Τα περισσότερα θύματα ήταν αφροαμερικανοί, αλλά όχι μόνο…
Στο ψυχιατρικό νοσοκομείο της Βοστώνης «εκατοντάδες φοιτητές από το Χάρβαρντ, το Έμερσον και το MIT πληρώθηκαν 15 δολάρια για να πιούν ένα διαφανές υγρό χωρίς γεύση και μυρωδιά. Κανείς από αυτούς δεν ήξερε τι έπαιρνε ούτε και τι να περιμένει. Μια φοιτήτρια κρεμάστηκε στο μπάνιο του νοσοκομείου».
Σε άλλα πειράματα, ένας αλλεργιολόγος στη Νέα Υόρκη, ο οποίος πήρε 85.000 δολάρια από τον Γκότλιμπ, έδινε επί εβδομάδες LSD σε εκατοντάδες παιδιά 6-11 ετών, τα οποία είχαν διαγνωστεί με σχιζοφρένεια.
Στο τέλος και αφού εκατοντάδες άνθρωποι είχαν καταστραφεί, ο Γκότλιμπ αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι «Το συμπέρασμα από όλη αυτή τη δραστηριότητα είναι ότι είναι πολύ δύσκολο να ελέγξεις το ανθρώπινο μυαλό με αυτές τις μεθοδους». Το πρόγραμμα MK-ULTRA έληξε οριστικά το 1963. Ο Γκότλιμπ, όμως, συνέχισε να δουλεύει για τη CIA έως ότου πήρε σύνταξη το 1973, μετά από 22 χρόνια στην Υπηρεσία. Πριν φύγει, κατέστρεψε όλους τους φακέλους του MK-ULTRA. Ή τουλάχιστον έτσι πίστευε.
Η υπόθεση αποκαλύφθηκε το 1975 και ο Γκότλιμπ κλήθηκε να καταθέσει στο Κογκρέσο αρκετές φορές, αφού πρώτα απαλλάχθηκε από κάθε πιθανή κατηγορία ή δίωξη. Πέθανε το 1999 και δεν τιμωρήθηκε ποτέ.
Ο Τζον Μαρκς, στο βιβλίο του «Η αναζήτηση για τον άνθρωπο της Μαντζουρίας» («The Search for the Manchurian Candidate»), αποκάλυψε πολλούς από τους φακέλους που δεν κατάφερε να καταστρέψει ο Γκότλιμπ και έγραψε γι αυτόν: «Ήταν ένας πατριώτης. Πίστευε ότι έκανε αυτό που έπρεπε. Όμως, τα πειράματά του τον κατατάσσουν στην ίδια κατηγορία με τους Γερμανούς γιατρούς που καταδικάσαμε στη Νιρεμβέργη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».
ΠΗΓΗ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου